Η σχέση μάθησης και διδασκαλίας

Σύμφωνα με τον Gagné, μάθηση είναι η διαδικασία που υποβοηθά τους οργανισμούς να τροποποιήσουν τη συμπεριφορά τους μέσα σε σχετικά σύντομο χρονικό διάστημα και με μόνιμο τρόπο, ώστε η ίδια η τροποποίηση να μη χρειαστεί να επαναληφθεί σε κάθε νέα ανάλογη περίπτωση (Essential of Learning for Instruction, 1975).

Η διδασκαλία από την άλλη πλευρά αναφέρεται στις προγραμματισμένες ενέργειες που πραγματοποιούνται από τον εκπαιδευτικό και τον μαθητή, με σκοπό ο τελευταίος να αποκτήσει γνώσεις και να αναπτύξει δεξιότητες, εφόδια δηλαδή, τα οποία θα τον καταστήσουν ικανό να ανταποκρίνεται αποτελεσματικά στις απαιτήσεις της ζωής και να ολοκληρώσει την προσωπικότητά του.

Μάθηση και διδασκαλία αποτελούν δύο έννοιες αλληλένδετες. Η διδασκαλία διενεργείται στο σχολικό περιβάλλον, ενώ η μάθηση συμβαίνει ανεξάρτητα από τη διδασκαλία και μόνο υπό την προϋπόθεση ότι ο μαθητής επιλέγει συνειδητά να αποκτήσει τη μάθηση μέσω της διδασκαλίας, όπου καλείται να ενεργοποιήσει τις δυνάμεις του. Η μάθηση πραγματώνεται όταν συντρέχουν προϋποθέσεις που σχετίζονται τόσο με τον μαθητή, όσο και με το περιβάλλον. Σύµφωνα πάντως µε τις νέες αντιλήψεις στον χώρο της παιδαγωγικής και της ψυχολογίας, ο µαθητής δεν αποτελεί ένα παθητικό δέκτη που αντιδρά άκριτα και µηχανιστικά στα ερεθίσµατα του περιβάλλοντος, αλλά αποτελεί µια ενεργητική ύπαρξη, έναν µετασχηµατιστή των πληροφοριών που προσφέρονται από τον εκπαιδευτικό.